Ας αρχίσουμε με το αυτονόητο. Η προσωρινή κράτηση αποτελεί παρέκκλιση από τη θεμελιώδη αρχή της φιλελεύθερης δημοκρατίας που επιτάσσει να μη στερείται κανείς την ελευθερία του παρά μόνο έπειτα από ποινή που του έχει υποβληθεί από νόμιμα συγκροτημένο δικαστήριο. Από το Σύνταγμα και τη νομοθεσία μας προβλέπεται ως έκτακτο μέτρο, γι’ αυτό τίθενται αφενός αυστηρές προϋποθέσεις για την επιβολή του, αφετέρου ανώτατα όρια διάρκειας της προσωρινής κράτησης. Μέχρι σήμερα είχαμε την παράνομη πρακτική να προφυλακίζονται κατηγορούμενοι χωρίς να πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις επιβολής του μέτρου. Στην περίπτωση του κατηγορούμενου για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση κ. Κώστα Σακκά, έχουμε παραβίαση των ορίων διάρκειας της προφυλάκισης.
Πώς στοιχειοθετείται η παραβίαση; Το Σύνταγμα θέτει ανώτατα όρια στη διάρκεια της προφυλάκισης (18 μήνες για τα κακουργήματα, 9 μήνες για τα πλημμελήματα). Τα όρια αυτά καταστρατηγούνταν στο παρελθόν με διαδοχικά εντάλματα προφυλάκισης. Στην προσπάθεια να περιοριστεί η καταστρατήγηση, το 1996 ψηφίστηκε το άρθρο 288 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που προέβλεψε ότι «κατ’ εξαίρεση» μπορούσε να διαταχθεί νέα προσωρινή κράτηση, η οποία όμως δεν μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο από ένα έτος και δεν επιτρεπόταν να παραταθεί. Ετσι η προσωρινή κράτηση σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να υπερβεί τους 30 μήνες συνολικά.
Με την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος θεσπίστηκε μια νέα διάταξη που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για καταστρατήγηση. Απαγόρευσε κατηγορηματικά την «υπέρβαση των ανωτάτων ορίων της προφυλάκισης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου αυτού για επί μέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης» (άρθρο 6 του Σ.).
Ευνόητο είναι ότι, μετά την αναθεώρηση, το άρθρο 288 ΚΠΔ, το οποίο επέτρεπε τη διαδοχική προσωρινή κράτηση, έπαυσε να ισχύει ως προδήλως αντισυνταγματικό και, επομένως, σήμερα, οι 18 μήνες αποτελούν το ανώτατο όριο διάρκειας της προφυλάκισης.
Στην περίπτωση του κατηγορούμενου κ. Κώστα Σακκά δεν τηρήθηκε το 18μηνο. Εφαρμόσθηκε η παλιά αντισυνταγματική διάταξη του άρθρου 288 ΚΠΔ και του επιβλήθηκε διαδοχική κράτηση για ένα ακόμη έτος. Αλλά, σαν να μην έφταναν αυτά, η προφυλάκισή του παρατάθηκε για άλλους 6 μήνες, μολονότι ο νόμος ρητά απαγορεύει κάθε παράταση. Χρειάζεται τίποτε άλλο για να πεισθεί κανείς ότι πρόκειται για μια σοβαρή και πρόδηλη παρανομία;
Το αίτημα για άμεση αποφυλάκιση του κ. Κώστα Σακκά δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αποκατάσταση της νομιμότητας. Σφάλλουν όσοι σπεύδουν να καταγγείλουν την παράνομη κράτησή του αποδίδοντάς τη σε έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων. Το ίδιο σφάλλουν όσοι επικαλούνται τη βαρύτητα των κατηγοριών επισείοντας τους κινδύνους από την ανοχή της τρομοκρατίας. Δεν ενδιαφέρει διόλου αν υπάρχουν ή όχι αποδεικτικά στοιχεία ή αν ο κατηγορούμενος όντως διέπραξε ή όχι ειδεχθή εγκλήματα. Επί αυτών των ζητημάτων πρέπει να αποφανθεί η Δικαιοσύνη και, αν δεν το κάνει μέσα στην προθεσμία που θέτει το Σύνταγμα, κανένας δεν επιτρέπεται να στερείται την ελευθερία του.
Το μέγα, βέβαια, πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι είναι πλέον αδύνατο να αποδοθεί δικαιοσύνη μέσα σε εύλογο χρόνο. Γίνεται σε όλο και περισσότερους φανερό ότι η απονομή δικαιοσύνης στη χώρα μας έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις αρνησιδικίας. Δεν είναι μόνο τα αστικά και διοικητικά δικαστήρια που χρειάζονται πάνω από 15 χρόνια για να εκδικάσουν μια υπόθεση. Εξίσου καθυστερεί και η ποινική Δικαιοσύνη. Οχι μόνο δεν προλαβαίνουν να εκδικάσουν υποθέσεις μέσα στις προθεσμίες της προσωρινής κράτησης (θυμηθείτε την περίπτωση Μαζιώτη – Ρούπα), αλλά συχνά δεν προλαβαίνουν ούτε τις προθεσμίες παραγραφής. Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, οι δικαστές έχουν την ψευδαίσθηση ότι αποτελεί λύση η περιφρόνηση της νομιμότητας. Αλλά η περιφρόνηση της νομιμότητας από τους δικαστές διαλύει κάθε έννοια κράτους δικαίου, ταυτίζεται με την αυθαιρεσία.
Η λύση φυσικά δεν βρίσκεται ούτε στην επιμήκυνση των διαφόρων προθεσμιών ώστε να διαιωνίζεται η καθυστέρηση. Βρίσκεται στην αναμόρφωση όλου του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, που σήμερα είναι στα πρόθυρα κατάρρευσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία μας. Δυστυχώς, τόσο οι δικαστές όσο και οι δικηγόροι δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της κατάστασης και ότι ο ρόλος τους κινδυνεύει να αχρηστευθεί τελείως, με αποτέλεσμα οι πολίτες να αναζητούν άλλους τρόπους για να επιλύσουν τις διαφορές τους. Το χειρότερο είναι ότι ούτε η πολιτική ηγεσία αντιλαμβάνεται ότι από τις τρεις συντεταγμένες εξουσίες η δικαστική έχει δομικό πρόβλημα λειτουργίας που απαιτεί άμεσα ριζικές μεταρρυθμίσεις. Αυτές με τη σειρά τους απαιτούν όραμα που ασφαλώς δεν έχει καμία σχέση με δικαστικές ή δικηγορικές συνδικαλιστικές πρακτικές.
ΤΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που περιέχουν υβριστικές λέξεις και εκφράσεις θα αποσύρονται. Παρακαλούμε να αφήνεται τις θέσεις και τις απόψεις σας, αλλά χωρίς χαρακτηρισμούς και υβρεις.