Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που είχε χρέος. Όλες – σχεδόν – οι χώρες έχουν χρέους και, σε απόλυτους αριθμούς, πολλές χώρες έχουν μεγαλύτερο από αυτό της χώρας μας.
Ο λόγος που αποτέλεσε πρόβλημα για την Ελλάδα και όχι για τις άλλες χώρες αυτό έχει σχέση με το ΑΕΠ (ακαθάριστο εθνικό προϊόν).
Γιατί είναι διαφορετικό να αποπληρώσει ένα χρέος 1.000 € κάποιος με έσοδα 10.000 € και άλλο κάποιος με 100.000€ να καλύψει χρέος 10.000 €, για παράδειγμα σε απλά καθημερινά μέτρα.
Επίσης, να σημειώσουμε ότι ένα κράτος έχει κυρίως δυο ειδών χρηματοδοτικές ανάγκες: Η μια είναι για την αποπληρωμή παλαιότερου χρέους και η άλλη η χρηματοδότηση του ελλείμματος. Η διαφορά μεταξύ ελλείμματος και δημόσιου χρέους είναι ότι το έλλειμμα αναφέρεται στη διαφορά εντός του οικονομικού έτους των εξόδων και των εσόδων.
Το έλλειμμα προκύπτει μετα από την αφαίρεση των εξόδων από τα έσοδα: Αν είναι περισσότερα τα έσοδα, τότε θεωρείται «πρωτογενές πλεόνασμα», αν είναι περισσότερα τα έξοδα «πρωτογενές έλλειμμα».
Στο πρωτογενές έλλειμμα ή πλεόνασμα δεν υπολογίζονται τα χρέη. Σπάνια όμως όπως προκύπτει από όλες τις στατιστικές μια χώρα να καλύπτει το συνολικό έλλειμμά της.
Ποιά είναι όμως τα δεδομένα σε σχέση με το έλλειμμα;
Το έλλειμμα παρουσιάζει σταθερή άνοδο από το 7,6% το 2004 που αναλαμβάνει για πρώτη φορά ο Καραμανλής και συνεχίζει σε 5,5%, 5,7%, 6,5%, 9,8% τα επόμενα έτη για να κλείσει το 2009 με 15,6%.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με την «επανίδρυση του κράτους» είχε την πολιτική να μειώσει το έλλειμμα αντί να το αυξήσει δεν θα έμπαινε θέμα αποπληρωμής του χρέους. Ακόμη, δηλαδή και να δεχθεί κανείς ότι δεν δημιούργησε η Νέα Δημοκρατία της 5ετίας το χρέος και ότι υπήρχε από προηγούμενα έτη (κάτι που πάντως δεν επιβεβαιώνεται από τις στατιστικές), το πρόβλημα της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας που ανέβασε τα Spred δεν ήταν το μεγάλο χρέος, αλλά οι οικονομικοί δείκτες που έδειχναν ότι κάθε χρόνο αυξανόταν το ετήσιο έλλειμμα στα ταμεία, αυξανόταν το χρέος και ότι αυτό δεν οδηγούσε πουθενά.
Τα spread
Επειδή η Γερμανία θεωρείται μια ισχυρή και σταθερή οικονομία τα spread προσδιορίζονται με βάση το επιτόκιο δανεισμού της Γερμανίας.
Έτσι, αν η Γερμανία δανείζεται με 1% και η Ελλάδα με 4% τότε οι μανάδες βάσης του Spread είναι 300. Συγκεκριμένα 4-1= 3, 3 Χ 100 = 300.
Όταν εκτοξεύθηκαν τα spread το 2010, η Ελλάδα είτε θα κήρυττε χρεοκοπία ή θα αναζητούσε άλλη πηγή δανεισμού.
Τα χρήματα που δόθηκαν στην Ελλάδα, δόθηκαν με τη μορφή δανείων για την αποπληρωμή παλιών υποχρεώσεων της χώρας μας. Γι αυτό, το επιχείρημα ότι η συντριπτική πλειοψηφία του δανείου πήγε σε τράπεζες είναι μεν αληθές, όμως δεν ήταν ο λόγος χρηματοδότησης , αλλά να μην οδηγηθεί η χώρα σε άτακτη χρεοκοπία. Αυτό που επίσης, οφείλουμε να γνωρίζουμε είναι ότι το δάνειο από τους εταίρους δεν δόθηκε για περαιτέρω δανειακές ανάγκες που θα προέκυπταν από τυχόν πρωτογενή ελλείμματα.
Τα spread κινούνται ανάλογα με τη ζήτηση που έχουν τα ομόλογα μιας χώρας. Η χώρα που παρατηρεί ότι δεν πουλιούνται τα ομόλογά της για να τα δώσει στις αγορές αυξάνει το επιτόκιο προς τους αγοραστές. Όσο πιο πολύ όμως αυξάνεται το ποσοστό του επιτοκίου, τόσο αυξάνεται και ο δανεισμός. Στις αρχές του 2010 τα spread είχαν ξεπεράσει το 10%.
Ο στόχος:
Η Ελλάδα θα έπαιρνε την οικονομική βοήθεια για 2-3 έτη, έτσι ώστε να ανταποκριθεί σε παλιότερες υποχρεώσεις της. Σ αυτό το διάστημα η οικονομία της θα της επέτρεπε να ξαναβγεί στις αγορές και να συνεχίζει να δανείζεται με τον παλιό «παραδοσιακό τρόπο»
Πως φθάσαμε όμως μέχρι το σημείο «0»
Η άποψη της πλειοψηφίας της κοινωνίας είναι ότι οι μίζες του Τσοχατζόπουλου στα εξοπλιστικά και του Δημάρχου Θεσσαλονίκης οδήγησαν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Άλλοι αναφέρουν την περίοδο του Ανδρέα Παπανδρέου ως το ξεκίνημα του κακού. Αυτά είναι όμως, σε επίπεδο οικονομίας , αστεία επιχειρηματολογία.
Μα κέρδισαν οι δανειστές, απαντούν οι «αντιμνημονιακοί» και περίπου το 90% των δανείων πήγαν σε γερμανικές και γαλλικές τράπεζες. Η επιχειρηματολογία τους, ακούγεται σοκαριστική, αλλά δεν είναι καθώς αυτό το ποσό δεν πήγε ως δώρο στις τράπεζες, παρά ως αποπληρωμή χρεών της χώρας. Αφού τα χρέη τα είχαμε σε τράπεζες. Κερδίσαμε, όμως, ως χώρα και εμείς γιατί μπορέσαμε και πληρώσαμε τα χρέη μας, δεν δημιουργήθηκε πιστωτικό γεγονός και δεν οδηγηθήκαμε σε άτακτη χρεωκοπία.
Αυτό βέβαια δεν αποτελεί κείμενο της έκθεσης της Βουλής ή κάποιου δημόσιου φορέα, αλλά στηρίζεται σε μελέτες και εκθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητα και τελικά, αναδεικνύει το πολιτικό αλισβερίσι ΣΥΡΙΖΑ με Καραμανλή.
Σημείωση: Στην αναζήτηση στοιχείων δύσκολα θα βρεθούν ταυτόσημοι αριθμοί , κυρίως, όσον αφορά το δημόσιο χρέος, για όλες τις περιόδους. Αυτό οφείλεται στις αναθεωρήσεις στοιχείων και τις αναθεωρήσεις των τρόπων υπολογισμού στο οποίο καταφεύγει η Ε.Ε. Γεγονός όμως είναι ότι οι τάσεις είναι δεδομένες και δεν αμφισβητούνται.
Ο λόγος που αποτέλεσε πρόβλημα για την Ελλάδα και όχι για τις άλλες χώρες αυτό έχει σχέση με το ΑΕΠ (ακαθάριστο εθνικό προϊόν).
Γιατί είναι διαφορετικό να αποπληρώσει ένα χρέος 1.000 € κάποιος με έσοδα 10.000 € και άλλο κάποιος με 100.000€ να καλύψει χρέος 10.000 €, για παράδειγμα σε απλά καθημερινά μέτρα.
Επίσης, να σημειώσουμε ότι ένα κράτος έχει κυρίως δυο ειδών χρηματοδοτικές ανάγκες: Η μια είναι για την αποπληρωμή παλαιότερου χρέους και η άλλη η χρηματοδότηση του ελλείμματος. Η διαφορά μεταξύ ελλείμματος και δημόσιου χρέους είναι ότι το έλλειμμα αναφέρεται στη διαφορά εντός του οικονομικού έτους των εξόδων και των εσόδων.
Το έλλειμμα προκύπτει μετα από την αφαίρεση των εξόδων από τα έσοδα: Αν είναι περισσότερα τα έσοδα, τότε θεωρείται «πρωτογενές πλεόνασμα», αν είναι περισσότερα τα έξοδα «πρωτογενές έλλειμμα».
Στο πρωτογενές έλλειμμα ή πλεόνασμα δεν υπολογίζονται τα χρέη. Σπάνια όμως όπως προκύπτει από όλες τις στατιστικές μια χώρα να καλύπτει το συνολικό έλλειμμά της.
Ποιά είναι όμως τα δεδομένα σε σχέση με το έλλειμμα;
Το έλλειμμα παρουσιάζει σταθερή άνοδο από το 7,6% το 2004 που αναλαμβάνει για πρώτη φορά ο Καραμανλής και συνεχίζει σε 5,5%, 5,7%, 6,5%, 9,8% τα επόμενα έτη για να κλείσει το 2009 με 15,6%.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με την «επανίδρυση του κράτους» είχε την πολιτική να μειώσει το έλλειμμα αντί να το αυξήσει δεν θα έμπαινε θέμα αποπληρωμής του χρέους. Ακόμη, δηλαδή και να δεχθεί κανείς ότι δεν δημιούργησε η Νέα Δημοκρατία της 5ετίας το χρέος και ότι υπήρχε από προηγούμενα έτη (κάτι που πάντως δεν επιβεβαιώνεται από τις στατιστικές), το πρόβλημα της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας που ανέβασε τα Spred δεν ήταν το μεγάλο χρέος, αλλά οι οικονομικοί δείκτες που έδειχναν ότι κάθε χρόνο αυξανόταν το ετήσιο έλλειμμα στα ταμεία, αυξανόταν το χρέος και ότι αυτό δεν οδηγούσε πουθενά.
Τα spread
Επειδή η Γερμανία θεωρείται μια ισχυρή και σταθερή οικονομία τα spread προσδιορίζονται με βάση το επιτόκιο δανεισμού της Γερμανίας.
Έτσι, αν η Γερμανία δανείζεται με 1% και η Ελλάδα με 4% τότε οι μανάδες βάσης του Spread είναι 300. Συγκεκριμένα 4-1= 3, 3 Χ 100 = 300.
Όταν εκτοξεύθηκαν τα spread το 2010, η Ελλάδα είτε θα κήρυττε χρεοκοπία ή θα αναζητούσε άλλη πηγή δανεισμού.
Τα χρήματα που δόθηκαν στην Ελλάδα, δόθηκαν με τη μορφή δανείων για την αποπληρωμή παλιών υποχρεώσεων της χώρας μας. Γι αυτό, το επιχείρημα ότι η συντριπτική πλειοψηφία του δανείου πήγε σε τράπεζες είναι μεν αληθές, όμως δεν ήταν ο λόγος χρηματοδότησης , αλλά να μην οδηγηθεί η χώρα σε άτακτη χρεοκοπία. Αυτό που επίσης, οφείλουμε να γνωρίζουμε είναι ότι το δάνειο από τους εταίρους δεν δόθηκε για περαιτέρω δανειακές ανάγκες που θα προέκυπταν από τυχόν πρωτογενή ελλείμματα.
Τα spread κινούνται ανάλογα με τη ζήτηση που έχουν τα ομόλογα μιας χώρας. Η χώρα που παρατηρεί ότι δεν πουλιούνται τα ομόλογά της για να τα δώσει στις αγορές αυξάνει το επιτόκιο προς τους αγοραστές. Όσο πιο πολύ όμως αυξάνεται το ποσοστό του επιτοκίου, τόσο αυξάνεται και ο δανεισμός. Στις αρχές του 2010 τα spread είχαν ξεπεράσει το 10%.
Ο στόχος:
Η Ελλάδα θα έπαιρνε την οικονομική βοήθεια για 2-3 έτη, έτσι ώστε να ανταποκριθεί σε παλιότερες υποχρεώσεις της. Σ αυτό το διάστημα η οικονομία της θα της επέτρεπε να ξαναβγεί στις αγορές και να συνεχίζει να δανείζεται με τον παλιό «παραδοσιακό τρόπο»
Πως φθάσαμε όμως μέχρι το σημείο «0»
Η άποψη της πλειοψηφίας της κοινωνίας είναι ότι οι μίζες του Τσοχατζόπουλου στα εξοπλιστικά και του Δημάρχου Θεσσαλονίκης οδήγησαν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Άλλοι αναφέρουν την περίοδο του Ανδρέα Παπανδρέου ως το ξεκίνημα του κακού. Αυτά είναι όμως, σε επίπεδο οικονομίας , αστεία επιχειρηματολογία.
Μα κέρδισαν οι δανειστές, απαντούν οι «αντιμνημονιακοί» και περίπου το 90% των δανείων πήγαν σε γερμανικές και γαλλικές τράπεζες. Η επιχειρηματολογία τους, ακούγεται σοκαριστική, αλλά δεν είναι καθώς αυτό το ποσό δεν πήγε ως δώρο στις τράπεζες, παρά ως αποπληρωμή χρεών της χώρας. Αφού τα χρέη τα είχαμε σε τράπεζες. Κερδίσαμε, όμως, ως χώρα και εμείς γιατί μπορέσαμε και πληρώσαμε τα χρέη μας, δεν δημιουργήθηκε πιστωτικό γεγονός και δεν οδηγηθήκαμε σε άτακτη χρεωκοπία.
Αυτό βέβαια δεν αποτελεί κείμενο της έκθεσης της Βουλής ή κάποιου δημόσιου φορέα, αλλά στηρίζεται σε μελέτες και εκθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητα και τελικά, αναδεικνύει το πολιτικό αλισβερίσι ΣΥΡΙΖΑ με Καραμανλή.
Σημείωση: Στην αναζήτηση στοιχείων δύσκολα θα βρεθούν ταυτόσημοι αριθμοί , κυρίως, όσον αφορά το δημόσιο χρέος, για όλες τις περιόδους. Αυτό οφείλεται στις αναθεωρήσεις στοιχείων και τις αναθεωρήσεις των τρόπων υπολογισμού στο οποίο καταφεύγει η Ε.Ε. Γεγονός όμως είναι ότι οι τάσεις είναι δεδομένες και δεν αμφισβητούνται.