Σήμερα βιώνουμε τον επαναπροσδιορισμό της παγκόσμιας ισχύος, με κερδισμένη στη παγκόσμια σκακιέρα, την Ασία. Έχουμε την διάχυση της οικονομικής και πολιτικής δύναμης από τον έναν πόλο, της Αμερικής, σε πολλούς παγκόσμιους παίκτες, ενώ την ίδια στιγμή εντείνεται, βαθαίνει η μεταξύ τους οικονομική αλληλεξάρτηση.
Τα παραπάνω δημιουργούν μια σειρά αντιφάσεων που επηρεάζουν και την Ελλάδα, προπαντός την Ελλάδα. Η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση, έχει ως αποτέλεσμα ένα δεσμό μεταξύ των κρατών που μπορεί να δημιουργεί ‘πανδημίες.’ Ακολουθώντας το φαινόμενο της πεταλούδας, μια ασθένεια, ένα πρόβλημα σε ένα σημείο της γης, μπορεί σήμερα πια να μετατραπεί - και με ιλιγγιώδη ταχύτητα μάλιστα - σε παγκόσμιο πρόβλημα.
Πρόσφατο παράδειγμα είναι η αλλαγή πολιτικής της FED που επηρέασε άμεσα τις αναδυόμενες οικονομίες. Υπήρχε και η χρεοκοπία της Lehman Bros που σηματοδότησε την έναρξη της σημερινής κρίσης. Και φυσικά τα προβλήματα στην Ελλάδα τάραξαν ως και την Κίνα, η οποία αναρωτήθηκε πως ένα τόσο «μικρό» πρόβλημα έθετε σε κίνδυνο το παγκόσμιο σύστημα.
Μια δεύτερη αντίφαση είναι η οικονομία και η τεχνολογία που λειτουργούν χιλιάδες φορές πιο γρήγορα από τους θεσμούς κυβερνήσεων, οι οποίες αποφασίζουν πως θα αντιδράσουμε στην κάθε κρίση. Οι μεν «κοινοί θνητοί», οι περισσότεροι πολίτες στον πλανήτη, ακολουθούν κατά βάση τις νόρμες, τους κανόνες, τους νόμους της κάθε κοινωνίας μας, ενώ η αγορά πιέζει αφόρητα για λύσεις, αμέσως. Η τεράστια καθυστέρηση της Ευρώπης να λάβει μέτρα προστασίας του Ευρώ από την στιγμή που εμφανίστηκε η κρίση στην Ευρώπη είναι ένας λόγος που η κρίση εξελίχθηκε πιο έντονη από όσο θα ήταν αν η Ευρώπη είχε τρίξει τα δόντια της στις αγορές –αν έλεγε δηλαδή «εδώ είμαστε και δεν τρέχει τίποτα για το Ευρώ και την παραμονή της Ελλάδας σ’ αυτήν».
Θα θεωρούσε κανείς ότι η Ευρώπη θα είχε μεγαλύτερη κατανόηση για τους νόμους της αγοράς. Στην πραγματικότητα, ως θεσμός, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μείνει πολύ πίσω από τις αγορές. Η Αμερική σε αντίθεση, και παρά τις τεράστιες εσωτερικές αγκυλώσεις, τείνει να κοιτάει την αγορά κατάματα και να παίρνει άμεσα και δραστικά μέτρα.
Για να μην μακρηγορούμε, σχετικά εύκολο και αποτελεσματικό μέτρο είναι η θέσπιση Ευρωομολόγου και η απορρόφηση του χρέους των υπερχρεωμένων χωρών μονομιάς. Τελεία και παύλα.
Ο οικονομολόγος Dani Rodrik το έθεσε σωστά. Πρέπει να αλλάξουμε την αφήγηση αν θέλουμε να βρούμε τις λύσεις. Η σημερινή αφήγηση που υιοθέτησαν οι Ευρωπαίοι λέει ότι « φταίτε εσείς» (τα pigs). Είναι αλήθεια ότι δανειστήκαμε πολύ, ιδιωτικά και δημόσια, είχαμε άκαμπτες εργασιακές σχέσεις και χαμηλή παραγωγικότητα. (Θυμόμαστε την απίστευτη δήλωση του Cameron -και δεν είναι μόνος- ότι σκέφτεται να καταργήσει το Schenghen για να εμποδίσει την είσοδο σε έλληνες πολίτες...)
Αυτή ήταν μια βολική αφήγηση γιατί μπορούσε η ΕΕ και οι συγκεκριμένες Βόρειες χώρες να αποφύγουν την οποιαδήποτε ευθύνη.
Με αυτή την σκέψη επέβαλαν την σκληρή λιτότητα. Και με αυτή τραυματίστηκε το όλο εγχείρημα του Ευρωπαϊκού οράματος. Και δόθηκε η εντύπωση στις αγορές ότι η Ευρώπη αποδομείται, αποσυντίθεται, εφόσον οι δυνατοί αγνοούν τους αδύναμους εταίρους τους. Έτσι, δόθηκε η εντύπωση ότι το Ευρώ μπορεί να μην αντέξει. Δημιουργήθηκε η εντύπωση πως οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δεν εμπιστεύονται το Ευρωπαϊκό εγχείρημα. Υπήρξαν συνεχείς φήμες για έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη - κάτι που άφηναν οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι να αιωρείται, κάτι καταστροφικό για την ελληνική οικονομία – ποιός επενδυτής, λοιπόν, να κινηθεί αν φοβάται την έξοδο από το Ευρώ της χώρας;
Η οικονομία μας πάγωσε, κάνοντας το πρόγραμμα προσαρμογής ακόμα πιο δύσκολο.
Και φυσικά, η ίδια η Ευρώπη ακόμη να αντιμετωπίσει τα δομικά της προβλήματα. Τι θα κάνει αν έρθει μια νέα κρίση; Αν η Κίνα δεν πάει καλά; Αν η Αμερική δεν αναταθεί; Και άλλη λιτότητα; Δεν βγαίνει.
Όμως, υπάρχει και μία δεύτερη αφήγηση που τονίζει ο Rodrik, η οποία υποστηρίζει ότι «είναι συλλογικό μας σφάλμα». Έχουμε μία ατελή νομισματική ένωση. Οι δυσλειτουργίες στην αντιμετώπιση της κρίσης έχουν σχέση με την έλλειψη της τραπεζικής ένωσης. Δεν έχουμε καν κοινές δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές.
Έχουμε ένα κοινό νόμισμα αλλά πολλαπλές αγορές ομολόγων με διαφορετικά επιτόκια. Δεν έχουμε ως Ευρώπη κοινή πολιτική για την αντιμετώπιση του χρέους και των χρεοκοπιών.
Και αυτές οι αδυναμίες είχαν ως αποτέλεσμα την διασπορά της κρίσης, μια σχεδόν πανδημία στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα σίγουρα έχει πρόβλημα, αλλά βλέποντας τα παραπάνω, είναι προφανές ότι η Ελλάδα δεν είναι το πρόβλημα.
Από Ευρωπαϊκής πλευράς, μετά το μνημόνιο, ή μετά τα μνημόνια στην ΕΕ, είναι αναγκαίο να αλλάξει η αφήγηση για όλη την Ήπειρο μας.
Δηλαδή, να υιοθετήσει το αληθινό αφήγημα, ότι το πρόβλημα είναι συλλογικό και έτσι, η λύση πρέπει να είναι συλλογική.
Τούτο σημαίνει να προχωρήσει η Ευρώπη με σίγουρα βήματα στην τραπεζική ένωση, στον φόρο επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών, αλλά και την λύση του Ευρωομολόγου. Το ευρωομόλογο είναι ένα εργαλείο, παράδειγμα, συνένωσης των δυνάμεών μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα καθησύχαζε τις αγορές.
Το να μετατραπεί το εθνικό χρέος σε Ευρωομόλογα, όχι μόνο θα έβαζε τέλος στο Σισύφειο έργο της αποπληρωμής ενός τεράστιου χρέους, αλλά θα διευκόλυνε σημαντικά τις δομικές μεταρρυθμίσεις σε όλες τις χώρες.
Θα καθιστούσε επίσης το Ευρώ πιο ανταγωνιστικό και πιο ασφαλές νόμισμα για επενδύσεις.
Στην Ελλάδα, το αφήγημα που βολεύει πολλούς είναι ότι για όλα φταίνε οι άλλοι. Οι λεγόμενοι «αντι-μνημονιακοί» ρίχνουν όλα τα προβλήματα σε άλλους. Γνωρίζουμε καλά πως έχουν χτιστεί πολιτικές και κόμματα πάνω στην αντίθεση μνημόνιο - αντιμνημόνιο. Ο Γιώργος Καμίνης το έθεσε ωραία: «Μνημονιακοί είναι αυτοί που με τις πράξεις τους μέχρι το 2009, ανάγκασαν αυτή τη χώρα να χρειάζεται Μνημόνιο για να σταθεί στα πόδια της.»
Τι θα γίνει όμως όταν βγούμε από Μνημόνιο; Αν πραγματικά θα είμαστε χωρίς μνημόνιο, όλοι όσοι έχτισαν τις τύχες τους επάνω σε αυτή την αντίθεση, τι θα κάνουν; Δεν θα έχουν πια σημείο αντιπολίτευσης. Θα αναγκαστούν να αναπροσαρμόσουν την «αφήγησή τους». Και τότε, σε αυτή την κρίσιμη μετατροπή (που θα είναι και πομπώδης για να καλύψει το κενό) θα υπάρξει μια ευκαιρία, μια σπάνια ευκαιρία εθνικής συνεννόησης.
Θα πρέπει δηλαδή, να φύγουν από την πρώτη αφήγηση που υποστηρίζει ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, και να υιοθετήσουν την δεύτερη, εκείνη που λέει ότι έχουμε όλοι συλλογική ευθύνη για το τι κάνουμε από εδώ και πέρα.
Άρα, κάποια στιγμή, για λόγους αυτοσυντήρησης και μόνο ίσως, και τονίζω το «ίσως», στην μετα-μνημονιακή εποχή θα έχουμε ένα μικρό παράθυρο όπου μπορούμε, με σωστούς χειρισμούς, να οδηγηθούμε σε ένα είδος εθνικής συνεννόησης, αν θέλετε, ή εθνικής συναίνεσης, όπου όλα τα δημοκρατικά κόμματα θα συμφωνήσουν σε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα.
Μπορεί αυτό να συμπεριλαμβάνει μόνο τα αυτονόητα και βαρετά από πολιτική άποψη, όπως την ηλεκτρονική συνταγογράφηση ή την ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης – ποιο κόμμα διαφωνεί με αυτά; Μπορεί να βρεθεί έναν μίνιμουμ πλαίσιο για την χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής στο ενεργειακό, αλλά και στον πολιτιστικό και τουριστικό τομέα. Γιατί εκεί που δεν θα υπάρχει πια μνημόνιο, η αφήγηση θα αλλάξει και θα πρέπει να αναληφθούν και ευθύνες πια.
Αυτή την ευκαιρία βλέπω να έρχεται μόλις μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές. Τότε θα αλλάξει και πάλι το πολιτικό σκηνικό, θα ωριμάσει επιτέλους, η ιδέα μιας εθνικής συναίνεσης. Γιατί θα ωριμάσει; Επειδή πιστεύω ότι κανένα κόμμα δεν θα βγει με «θριαμβευτικά» αποτελέσματα, αλλά το αντίθετο. Όλοι θα υποστούν μια ήττα. Και η ήττα είναι σοφός σύμβουλος.
Μετά το μνημόνιο, τί; Εθνική συναίνεση. Όσο και ουτοπικό και να ακούγεται. Μόνο αυτό.
Τα παραπάνω δημιουργούν μια σειρά αντιφάσεων που επηρεάζουν και την Ελλάδα, προπαντός την Ελλάδα. Η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση, έχει ως αποτέλεσμα ένα δεσμό μεταξύ των κρατών που μπορεί να δημιουργεί ‘πανδημίες.’ Ακολουθώντας το φαινόμενο της πεταλούδας, μια ασθένεια, ένα πρόβλημα σε ένα σημείο της γης, μπορεί σήμερα πια να μετατραπεί - και με ιλιγγιώδη ταχύτητα μάλιστα - σε παγκόσμιο πρόβλημα.
Πρόσφατο παράδειγμα είναι η αλλαγή πολιτικής της FED που επηρέασε άμεσα τις αναδυόμενες οικονομίες. Υπήρχε και η χρεοκοπία της Lehman Bros που σηματοδότησε την έναρξη της σημερινής κρίσης. Και φυσικά τα προβλήματα στην Ελλάδα τάραξαν ως και την Κίνα, η οποία αναρωτήθηκε πως ένα τόσο «μικρό» πρόβλημα έθετε σε κίνδυνο το παγκόσμιο σύστημα.
Μια δεύτερη αντίφαση είναι η οικονομία και η τεχνολογία που λειτουργούν χιλιάδες φορές πιο γρήγορα από τους θεσμούς κυβερνήσεων, οι οποίες αποφασίζουν πως θα αντιδράσουμε στην κάθε κρίση. Οι μεν «κοινοί θνητοί», οι περισσότεροι πολίτες στον πλανήτη, ακολουθούν κατά βάση τις νόρμες, τους κανόνες, τους νόμους της κάθε κοινωνίας μας, ενώ η αγορά πιέζει αφόρητα για λύσεις, αμέσως. Η τεράστια καθυστέρηση της Ευρώπης να λάβει μέτρα προστασίας του Ευρώ από την στιγμή που εμφανίστηκε η κρίση στην Ευρώπη είναι ένας λόγος που η κρίση εξελίχθηκε πιο έντονη από όσο θα ήταν αν η Ευρώπη είχε τρίξει τα δόντια της στις αγορές –αν έλεγε δηλαδή «εδώ είμαστε και δεν τρέχει τίποτα για το Ευρώ και την παραμονή της Ελλάδας σ’ αυτήν».
Θα θεωρούσε κανείς ότι η Ευρώπη θα είχε μεγαλύτερη κατανόηση για τους νόμους της αγοράς. Στην πραγματικότητα, ως θεσμός, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μείνει πολύ πίσω από τις αγορές. Η Αμερική σε αντίθεση, και παρά τις τεράστιες εσωτερικές αγκυλώσεις, τείνει να κοιτάει την αγορά κατάματα και να παίρνει άμεσα και δραστικά μέτρα.
Για να μην μακρηγορούμε, σχετικά εύκολο και αποτελεσματικό μέτρο είναι η θέσπιση Ευρωομολόγου και η απορρόφηση του χρέους των υπερχρεωμένων χωρών μονομιάς. Τελεία και παύλα.
Ο οικονομολόγος Dani Rodrik το έθεσε σωστά. Πρέπει να αλλάξουμε την αφήγηση αν θέλουμε να βρούμε τις λύσεις. Η σημερινή αφήγηση που υιοθέτησαν οι Ευρωπαίοι λέει ότι « φταίτε εσείς» (τα pigs). Είναι αλήθεια ότι δανειστήκαμε πολύ, ιδιωτικά και δημόσια, είχαμε άκαμπτες εργασιακές σχέσεις και χαμηλή παραγωγικότητα. (Θυμόμαστε την απίστευτη δήλωση του Cameron -και δεν είναι μόνος- ότι σκέφτεται να καταργήσει το Schenghen για να εμποδίσει την είσοδο σε έλληνες πολίτες...)
Αυτή ήταν μια βολική αφήγηση γιατί μπορούσε η ΕΕ και οι συγκεκριμένες Βόρειες χώρες να αποφύγουν την οποιαδήποτε ευθύνη.
Με αυτή την σκέψη επέβαλαν την σκληρή λιτότητα. Και με αυτή τραυματίστηκε το όλο εγχείρημα του Ευρωπαϊκού οράματος. Και δόθηκε η εντύπωση στις αγορές ότι η Ευρώπη αποδομείται, αποσυντίθεται, εφόσον οι δυνατοί αγνοούν τους αδύναμους εταίρους τους. Έτσι, δόθηκε η εντύπωση ότι το Ευρώ μπορεί να μην αντέξει. Δημιουργήθηκε η εντύπωση πως οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δεν εμπιστεύονται το Ευρωπαϊκό εγχείρημα. Υπήρξαν συνεχείς φήμες για έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη - κάτι που άφηναν οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι να αιωρείται, κάτι καταστροφικό για την ελληνική οικονομία – ποιός επενδυτής, λοιπόν, να κινηθεί αν φοβάται την έξοδο από το Ευρώ της χώρας;
Η οικονομία μας πάγωσε, κάνοντας το πρόγραμμα προσαρμογής ακόμα πιο δύσκολο.
Και φυσικά, η ίδια η Ευρώπη ακόμη να αντιμετωπίσει τα δομικά της προβλήματα. Τι θα κάνει αν έρθει μια νέα κρίση; Αν η Κίνα δεν πάει καλά; Αν η Αμερική δεν αναταθεί; Και άλλη λιτότητα; Δεν βγαίνει.
Όμως, υπάρχει και μία δεύτερη αφήγηση που τονίζει ο Rodrik, η οποία υποστηρίζει ότι «είναι συλλογικό μας σφάλμα». Έχουμε μία ατελή νομισματική ένωση. Οι δυσλειτουργίες στην αντιμετώπιση της κρίσης έχουν σχέση με την έλλειψη της τραπεζικής ένωσης. Δεν έχουμε καν κοινές δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές.
Έχουμε ένα κοινό νόμισμα αλλά πολλαπλές αγορές ομολόγων με διαφορετικά επιτόκια. Δεν έχουμε ως Ευρώπη κοινή πολιτική για την αντιμετώπιση του χρέους και των χρεοκοπιών.
Και αυτές οι αδυναμίες είχαν ως αποτέλεσμα την διασπορά της κρίσης, μια σχεδόν πανδημία στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα σίγουρα έχει πρόβλημα, αλλά βλέποντας τα παραπάνω, είναι προφανές ότι η Ελλάδα δεν είναι το πρόβλημα.
Από Ευρωπαϊκής πλευράς, μετά το μνημόνιο, ή μετά τα μνημόνια στην ΕΕ, είναι αναγκαίο να αλλάξει η αφήγηση για όλη την Ήπειρο μας.
Δηλαδή, να υιοθετήσει το αληθινό αφήγημα, ότι το πρόβλημα είναι συλλογικό και έτσι, η λύση πρέπει να είναι συλλογική.
Τούτο σημαίνει να προχωρήσει η Ευρώπη με σίγουρα βήματα στην τραπεζική ένωση, στον φόρο επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών, αλλά και την λύση του Ευρωομολόγου. Το ευρωομόλογο είναι ένα εργαλείο, παράδειγμα, συνένωσης των δυνάμεών μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα καθησύχαζε τις αγορές.
Το να μετατραπεί το εθνικό χρέος σε Ευρωομόλογα, όχι μόνο θα έβαζε τέλος στο Σισύφειο έργο της αποπληρωμής ενός τεράστιου χρέους, αλλά θα διευκόλυνε σημαντικά τις δομικές μεταρρυθμίσεις σε όλες τις χώρες.
Θα καθιστούσε επίσης το Ευρώ πιο ανταγωνιστικό και πιο ασφαλές νόμισμα για επενδύσεις.
Στην Ελλάδα, το αφήγημα που βολεύει πολλούς είναι ότι για όλα φταίνε οι άλλοι. Οι λεγόμενοι «αντι-μνημονιακοί» ρίχνουν όλα τα προβλήματα σε άλλους. Γνωρίζουμε καλά πως έχουν χτιστεί πολιτικές και κόμματα πάνω στην αντίθεση μνημόνιο - αντιμνημόνιο. Ο Γιώργος Καμίνης το έθεσε ωραία: «Μνημονιακοί είναι αυτοί που με τις πράξεις τους μέχρι το 2009, ανάγκασαν αυτή τη χώρα να χρειάζεται Μνημόνιο για να σταθεί στα πόδια της.»
Τι θα γίνει όμως όταν βγούμε από Μνημόνιο; Αν πραγματικά θα είμαστε χωρίς μνημόνιο, όλοι όσοι έχτισαν τις τύχες τους επάνω σε αυτή την αντίθεση, τι θα κάνουν; Δεν θα έχουν πια σημείο αντιπολίτευσης. Θα αναγκαστούν να αναπροσαρμόσουν την «αφήγησή τους». Και τότε, σε αυτή την κρίσιμη μετατροπή (που θα είναι και πομπώδης για να καλύψει το κενό) θα υπάρξει μια ευκαιρία, μια σπάνια ευκαιρία εθνικής συνεννόησης.
Θα πρέπει δηλαδή, να φύγουν από την πρώτη αφήγηση που υποστηρίζει ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, και να υιοθετήσουν την δεύτερη, εκείνη που λέει ότι έχουμε όλοι συλλογική ευθύνη για το τι κάνουμε από εδώ και πέρα.
Άρα, κάποια στιγμή, για λόγους αυτοσυντήρησης και μόνο ίσως, και τονίζω το «ίσως», στην μετα-μνημονιακή εποχή θα έχουμε ένα μικρό παράθυρο όπου μπορούμε, με σωστούς χειρισμούς, να οδηγηθούμε σε ένα είδος εθνικής συνεννόησης, αν θέλετε, ή εθνικής συναίνεσης, όπου όλα τα δημοκρατικά κόμματα θα συμφωνήσουν σε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα.
Μπορεί αυτό να συμπεριλαμβάνει μόνο τα αυτονόητα και βαρετά από πολιτική άποψη, όπως την ηλεκτρονική συνταγογράφηση ή την ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης – ποιο κόμμα διαφωνεί με αυτά; Μπορεί να βρεθεί έναν μίνιμουμ πλαίσιο για την χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής στο ενεργειακό, αλλά και στον πολιτιστικό και τουριστικό τομέα. Γιατί εκεί που δεν θα υπάρχει πια μνημόνιο, η αφήγηση θα αλλάξει και θα πρέπει να αναληφθούν και ευθύνες πια.
Αυτή την ευκαιρία βλέπω να έρχεται μόλις μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές. Τότε θα αλλάξει και πάλι το πολιτικό σκηνικό, θα ωριμάσει επιτέλους, η ιδέα μιας εθνικής συναίνεσης. Γιατί θα ωριμάσει; Επειδή πιστεύω ότι κανένα κόμμα δεν θα βγει με «θριαμβευτικά» αποτελέσματα, αλλά το αντίθετο. Όλοι θα υποστούν μια ήττα. Και η ήττα είναι σοφός σύμβουλος.
Μετά το μνημόνιο, τί; Εθνική συναίνεση. Όσο και ουτοπικό και να ακούγεται. Μόνο αυτό.
ΠΗΓΗ Οικονομική Επιθεώρηση -τ. Μαρτίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που περιέχουν υβριστικές λέξεις και εκφράσεις θα αποσύρονται. Παρακαλούμε να αφήνεται τις θέσεις και τις απόψεις σας, αλλά χωρίς χαρακτηρισμούς και υβρεις.